Διαβάσαμε: Στόμα γεμάτο χώμα του Μπράνιµιρ Στσεπάνοβιτς
Το λογοτεχνικό διαμάντι των 95 σελίδων, “Στόµα γεµάτο χώµα”, του Σερβοκροάτη συγγραφέα Μπράνιµιρ Στσεπάνοβιτς (1937-2020), είναι ένα μικρό, αλλά δυνατό και πυκνό σε νοήματα βιβλίο, που κυκλοφόρησε το 1974!
Σε μιά παράλληλη λυρική αφήγηση – στη δεύτερη αφήγηση χρησιμοποιούνται πλάγια στοιχεία που διευκολύνουν την ανάγνωση, εξελίσσεται η υπόθεση της ιστορίας, που διαδραματίζεται στα παρθένα βουνά του Μαυροβουνίου, της τότε ενωμένης Γιουγκοσλαβίας.
Ένας 45χρονος χημικός μηχανικός, μαθαίνει πως του αποµένουν μόλις λίγοι μήνες ζωής και αποφασίζει να επιστρέψει στη γενέτειρά του στο Μαυροβούνιο, για να πεθάνει, επιλέγοντας ο ίδιος να δώσει τέλος στη ζωή του. Πασχίζοντας ενοχλημένος να αποφύγει κάθε ανθρώπινη παρουσία, επιλέγει αυθόρμητα να κατέβει από το τρένο σ’ έναν παραμεθόριο σταθμό κι από κει, ξεκινάει πεζή ένα ταξίδι στο δάσος, στις αχανείς εκτάσεις του βουνού της παιδικής του ηλικίας. Ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή, χωρίς προοπτική, μιάς και δεν υπάρχει κανένας να τον περιμένει.
Οι περιγραφές των σκέψεων και τον συναισθημάτων του είναι δοσμένες από τον συγγραφέα με ωμότητα και αλήθεια, διεισδύοντας βαθιά στον ψυχισμό αυτού του βασανισμένου ανθρώπου, που σπατάλησε την ζωή του δουλεύοντας και δεν έζησε μέσα στη φύση που τόσο αγαπούσε από μικρός. Τώρα επιθυμία του είναι να δει και να ζήσει όσα περισσότερα γίνεται, εκεί στο πλάτωμα των αγαπημένων του βουνών.
Στην δεύτερη αφήγηση, δύο κυνηγοί ξαπλωμένοι σε απόλυτη χαλάρωση, απολαμβάνουν τη φύση με την πολύτιμη ηρεμία της. Μόλις όμως τα βλέμματά τους συναντούν το βλέμμα του μελλοθάνατου, διακόπτουν την περισυλλογή τους κι αρχίζουν να τον κυνηγούν. Και τότε ο παράξενος ταξιδιώτης αρχίζει να τρέχει μακριά τους. Και ξεκινάει το κυνηγητό.
Στην παρέα των κυνηγών σιγά - σιγά θα προστεθούν ένας δασοφύλακας, ένας βοσκός, αγρότες, πεζοπόροι, ορειβάτες, γυναίκες ντυμένες στα μαύρα που τραγουδάνε μοιρολόγια κι κάποιοι άλλοι που απλά ακολουθούν το πλήθος.
Όλοι μεταξύ τους ετερόκλητοι άνθρωποι, που καταδιώκουν έναν άγνωστο μοναχικό ταξιδιώτη, χωρίς προφανή αιτία, χωρίς κάποιο λόγο, λειτουργώντας ως αγέλη, που επειδή αδυνατούν να κατανοήσουν κάτι το διαφορετικό, αντιδρούν με καχυποψία. Κυνηγούν άκριτα ό,τι δεν καταλαβαίνουν, παλεύοντας να ξεφύγουν απ’ ό,τι φοβούνται να αντιμετωπίσουν, ίσως ακόμα κι από τον ίδιο τους τον εαυτό. Φορτώνουν στο "θήραμά" τους χαρακτηρισμούς που αντικατοπτρίζουν τους δικούς τους φόβους, το δικό τους παρελθόν, τους δικούς τους δαίμονες προσπαθώντας να δώσουν εξήγηση στην αγελαία τους συμπεριφορά.
Ο διωκόμενος δε μοναχικός ταξιδιώτης παράλληλα με την εσωτερική του πάλη βιώνει και μια εξωτερική, όταν τελικά πηγαίνοντας να πεθάνει μοναχικά στο βουνό που μεγάλωσε, εμφανίζεται αναπάντεχα ένα πλήθος αγνώστων να τον καταδιώκει.
Ο Στσεπάνοβιτς, με ποιητική γλώσσα και μ’ ένα μοναδικό λυρικό ύφος, στήνει ένα αλληγορικό γαϊτανάκι διωκτών και διωκόμενου. Στο τέλος γεμίζει το στόμα του κυνηγημένου με χώμα, χόρτα και βοτάνια της φύσης που τόσο λάτρευε, αφήνοντας πίσω του ένα "Στόμα γεμάτο χώμα".
Είναι ένα από τα σχετικά άγνωστα λογοτεχνικά αριστουργήματα, που αξίζει να διαβάσει κανείς και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.

Comments
Post a Comment